Leasing-Μισθώματα Βαρέα Επαγγελματικά
Μηχανή Αναζήτησης

Το Vivaro πρώτης γενιάς έκανε ντεμπούτο το 2001, αποτελώντας τον καρπό της συνεργασίας των Opel και Renault.

Η έκδοση combi (mini-bus) του Vivaro A, αποτελεί μία από τις συνολικά 20 στις οποίες ήταν διαθέσιμο το μοντέλο.

Η έκδοση platform chassis του πρώτου Vivaro, το οποίο έφερε κινητήρες πετρελαίου 1,9 και 2,5 λτ., αλλά και έναν 2λιτρο 16βάλβιδο βενζινοκινητήρα.

Το εσωτερικό του Opel Vivaro πρώτης γενιάς, το οποίο βραβεύτηκε ως «Van της Χρονιάς 2002».

Ο πρόγονος του σημερινού, ηλεκτρικού Opel Vivaro-e, το πρωτότυπο Vivaro-e Concept του 2010.

Μέχρι το 2014, είχαν παραχθεί 600.000 μονάδες του Vivaro Α.

Η πρώτη γενιά του μοντέλου

35.264 Επισκέψεις στο άρθρο (4/3/2021)

Για να πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή, το Vivaro αποτελεί το προϊόν της κοινοπραξίας μεταξύ Opel και Renault. Μέσω της κοινοπραξίας που ξεκίνησε τη δράση της τον Δεκέμβριο του 1996, η Opel κατάφερε γρήγορα να διακρίνει ευκαιρίες για LCV βάρους έως 3,5 Τ (GVW). Το Opel Arena – ο άμεσος πρόγονος του Vivaro – ήρθε στην αγορά μόλις 12 μήνες αργότερα και ακολούθησε το Movano, τον Ιανουάριο του 1999.
Η Opel και η Renault επένδυσαν αμφότερες ποσό 700 εκατομμυρίων ευρώ στην εξέλιξη και παραγωγή του Vivaro. Χρειάστηκαν μόλις 35 μήνες για την υλοποίηση του project, με τους εταίρους να έχουν μοιραστεί τις ευθύνες. Η Renault επικεντρώθηκε στη διάταξη των χώρων και τους κινητήρες, ενώ η Opel ήταν υπεύθυνη για την κατασκευή. Η παραγωγή του Vivaro και του αδελφικού μοντέλου Renault Trafic ξεκίνησε στο εργοστάσιο Οχημάτων IBC στο Λούτον της Αγγλίας.
«Με το Vivaro, δώσαμε ιδιαίτερη έμφαση στο στυλ σαν να επρόκειτο για επιβατικό αυτοκίνητο» δήλωσε ο Hans Seer, αρχισχεδιαστής της Opel εκείνη την εποχή. Κύριο χαρακτηριστικό της σχεδίασης ήταν η λεγόμενη οροφή «Jumbo», χάρη στην οποία η θολωτή καμπίνα προσέφερε στον οδηγό και τους εμπρός επιβάτες άφθονο χώρο πάνω από το κεφάλι, διευκολύνοντας παράλληλα την είσοδο και έξοδό τους από αυτή.
Όταν λανσαρίστηκε στις αρχές του 2001, το προσθιοκίνητο Vivaro ήταν διαθέσιμο με δύο πετρελαιοκινητήρες common rail 1.9L (59 kW/80 hp και 74 kW/100 hp) και έναν 16βάλβιδο βενζινοκινητήρα 2.0L (88 kW/120 hp). Αμέσως μετά προστέθηκε ένας 2.5L common rail diesel με 98 kW (133 hp). Εκτός από το βασικό πετρελαιοκινητήρα (πεντατάχυτο κιβώτιο), όλοι οι κινητήρες συνδυάζονταν με εξατάχυτο μηχανικό κιβώτιο.
Με βάρος GVW 2.7 ή 2,9 Τ, η Opel προσέφερε το Vivaro σε πάνω από 20 εκδόσεις. Οι πελάτες μπορούσαν να επιλέξουν από δύο μεταξόνια – 3.098 ή 3.498 mm – και τρεις τύπους αμαξώματος (panel van, combi ή platform chassis). Οι εκδόσεις van και combi με κοντό μεταξόνιο ήδη είχαν χωρητικότητα χώρου φόρτωσης πέντε κυβικών μέτρων. Η μακρύτερη έκδοση του van μπορούσε να χωρέσει ακόμα και τρεις ευρωπαλέτες σε έναν χώρο φόρτωσης σχεδόν 6.0 m3.
Ιδιαίτερο βάρος είχε δοθεί στην άνεση και την εργονομία της καμπίνας, όπως και στην προσφερόμενη ασφάλεια (ενεργητική και παθητική) και στην οδική συμπεριφορά. Πλεονέκτημα αποτελούσαν και οι μειωμένες απαιτήσεις σέρβις, καθώς οι έλεγχοι ήταν απαραίτητοι κάθε 30.000 km ή δύο χρόνια. Κατόπιν όλων των παραπάνω, δεν προκαλεί εντύπωση που η κριτική επιτροπή του «International Van of The Year Award» (IVOTY), επέλεξε το Vivaro και το «αδελφάκι» του, το Renault Trafic, ως νικητές του αντίστοιχου τίτλου για το 2002.
Αξίζει να αναφερθεί, πως στο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Φρανκφούρτης (IAA) για LCV το 2010, έκανε παγκόσμια πρεμιέρα το προαναφερθέν Vivaro-e Concept, μέσω του οποίου η Opel παρουσίασε τη μελέτη ενός ηλεκτρικού panel van με εκτεταμένη αυτονομία πάνω από 400 km. Έφερε χώρο φόρτωσης 5.0 m3, ωφέλιμο φορτίο 750 kg και ηλεκτροκινητήρα 111 kW.