-Μετεξεταστέα η χώρα μας & άλλα 6 κράτη-μέλη της Ε.Ε.
-Επιδοτήσεις, φορολογικά κίνητρα & υποδομές σε πρώτο πλάνο
-Δέσμευση της χώρας για μηδενικές εκπομπές ρύπων μέχρι το 2050
Λαμβάνοντας υπόψη πως η Ελλάδα διαθέτει έναν από τους παλαιότερους στόλους οχημάτων στην Ευρώπη – με το μέσο όρο να ανέρχεται στα 16 έτη – δεν προκαλεί καμία έκπληξη που η πανευρωπαϊκή έκθεση της RSM, με την ονομασία «State of Play: Sustainable Automobility in Europe», έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για δραστικές αλλαγές προς χάριν της «πράσινης μετάβασης».
Τα δεδομένα, εξάλλου, δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία. Αυτό, γιατί η χώρα μας ανήκει στο ένα τέταρτο περίπου των κρατών – μελών, οι οποίες δε φαίνεται να πληρούν τις προϋποθέσεις για να επιτύχουν τους βασικούς στόχους προς την αυτοκίνηση δίχως εκπομπές ρύπων.
Βεβαίως, τα πλάνα για μεταρρυθμίσεις αλλά και η χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης φιλοδοξούν να αντιστρέψουν την εν λόγω εικόνα, που έχει οδηγήσει τη χώρα μας στη 17η θέση, ανάμεσα σε 22 χώρες, στη χρήση ηλεκτρικών οχημάτων, με το πρόγραμμα «Κινούμαι Ηλεκτρικά» (σ.σ. αφορά στο διάστημα 2020-2024) να στοχεύει στην αύξηση των ηλεκτρικών οχημάτων, αλλά και των υποδομών φόρτισης.
Ως προς αυτό, εξάλλου, μια θετική εξέλιξη είναι πως τα plug-in υβριδικά ηλεκτρικά οχήματα αυξήθηκαν από 0,5% σε 2,6% από το 2019 έως το 2020.
Επιδοτήσεις, φορολογικά κίνητρα & υποδομές σε πρώτο πλάνο
Για να αλλάξει αυτή η εικόνα προς το καλύτερο, συνεπώς, η Ελλάδα οφείλει να ακολουθήσει διαφορετική προσέγγιση όσον αφορά στην ηλεκτροκίνηση. Όμως αυτήν δεν είναι υπόθεση μεμονωμένη, καθώς εμπλέκονται αρκετοί και διαφορετικοί φορείς.
Για αρχή, όπως σημειώνεται στην έκθεση, χρειάζονται πρωτοβουλίες πάνω στο κομμάτι των επιδοτήσεων και των φορολογικών κινήτρων, καθώς και η ανάπτυξη δημόσιων υποδομών φόρτισης. Αυτό, διότι συν τοις άλλοις πρέπει να υπερκεραστούν και οι όποιες κοινωνικοοικονομικές αποκλίσεις αναφορικά με το εγχώριο καταναλωτικό κοινό, καθώς τα οικονομικά δεδομένα για κάθε πολίτη διαφέρουν. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, πως το υψηλό αρχικό κόστος των ηλεκτρικών οχημάτων λειτουργεί αποθαρρυντικά για πολύ κόσμο.
Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, η κυβέρνηση έχει παρουσιάσει ένα Πλάνο Ανάκαμψης & Σταθερότητας, συνολικού ύψους 36,61 δισ. ευρώ, με έμφαση στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα, αλλά και τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό.
Τα βασικά σημεία του πλάνου, από εκεί και πέρα, που αφορούν συγκεκριμένα στην «πράσινη μετάβαση» περιλαμβάνουν:
-Εγκατάσταση περισσότερων των 4.500 σταθμών φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων και εισαγωγή 220 ηλεκτρικών λεωφορείων στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη.
-Υποδομές μεταφορών, με μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις σε βιώσιμα και πολυτροπικά συστήματα μεταφορών.
-Σημαντικές φορολογικές ελαφρύνσεις και κίνητρα αγοράς για τα ηλεκτρικά οχήματα (EV).
-Επενδύσεις στις δημόσιες μεταφορές, συμπεριλαμβανομένων των σύγχρονων νομικών πλαισίων και των νέων τεχνολογιών, που αποσκοπούν στην προώθηση πιο πράσινων και αποδοτικών συστημάτων.
Δέσμευση της χώρας για μηδενικές εκπομπές ρύπων μέχρι το 2050
Αντίστοιχα, στο κομμάτι των πολιτικών για την ενέργεια και το κλίμα, η χώρα μας έχει δεσμευτεί να επιτύχει καθαρές
μηδενικές εκπομπές μέχρι το 2050, με τον εθνικό νόμο για το κλίμα να θέτει φιλόδοξους στόχους για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030, κυρίως χάρη στη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Στο ίδιο μήκος κύματος, εκτιμάται πως για το 2024 ο τζίρος της αγοράς σε ηλεκτροκίνητα οχήματα στην Ελλάδα θα φτάσει τα 361,2 εκατομμύρια δολάρια, με αναμενόμενο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 10,69% μέχρι το 2028. Βάσει αυτών των δεδομένων, υπολογίζεται πως 15.440 πωλήσεις θα έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι το 2028.
Με δεδομένο, ωστόσο, πως στον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό που έχει θέσει ως στόχο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις χώρες της Ένωσης, το ένα τρίτο των κρατών κατέχει ηγετική θέση στην υπέρβαση των στόχων και - πάνω από - το 40% βρίσκονται σε πολύ καλό δρόμο για την εκπλήρωση των ελάχιστων απαιτήσεων, αντιλαμβάνεται κανείς πως ο δρόμος είναι μακρύς.