- Για άρση ακινησίας χρονικής διάρκειας ενός μηνός, καταβάλλονται τα 2/12 του ποσού των αναλογούντων στο όχημα ετησίων τελών κυκλοφορίας,
- Για άρση ακινησίας χρονικής διάρκειας τριών μηνών, καταβάλλονται τα τέσσερα δωδέκατα (4/12) του ποσού των αναλογούντων στο όχημα ετησίων τελών κυκλοφορίας,
- Για άρση ακινησίας για το υπόλοιπο διάστημα του έτους και μέχρι το τέλος αυτού, καταβάλλονται τα δωδέκατα του ποσού των αναλογούντων στο όχημα ετησίων τελών κυκλοφορίας που απομένουν έως τις 31.12.2018 συν (+) δύο δωδέκατα (2/12) ετησίων τελών κυκλοφορίας.
Με τη συγκεκριμένη ρύθμιση, δίνεται κίνητρο στους ιδιοκτήτες οχημάτων που έχουν καταθέσει τις πινακίδες τους αδυνατώντας να καταβάλουν τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται και στην τροπολογία να προβούν σε άρση της ακινησίας των οχημάτων με την καταβολή των αναλογούντων τελών, για μία μόνο φορά μέσα στο 2018.
Ακόμη, δίνεται η δυνατότητα σε ιδιοκτήτες οχημάτων που τελούν σε κατάσταση αναγκαστικής ακινησίας για λόγους ανωτέρας βίας κατά τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 22 του Ν. 2367/1953 (Α` 82), εφόσον αίρεται ο λόγος της ακινησίας αυτής εντός του 2018, να καταβάλλονται από τον κάτοχο τα τέλη κυκλοφορίας αναλογικά για τους υπόλοιπους μήνες μέχρι το τέλος του έτους αυτού και όχι το σύνολο των ετήσιων τελών κυκλοφορίας.
Για παράδειγμα, ένας ιδιοκτήτης 2λιτρου με πρώτη άδεια κυκλοφορίας στη χώρα μας το 2004, που κανονικά θα πλήρωνε 630 ευρώ το χρόνο, αν πάρει πίσω τις πινακίδες του για τρεις μήνες θα πληρώσει 210 ευρώ (630 ευρώ δια 12 μήνες = 52,5 ευρώ. Επομένως 52,5 ευρώ το μήνα επί τρεις μήνες 157,5 ευρώ. Συν τον ένα μήνα «πρόστιμο» φτάνουμε στα 210 ευρώ).
Ο μήνας που γίνεται η άρση της ακινησίας, λογίζεται ως ολόκληρος μήνας ανεξάρτητα από τη χρονική στιγμή της άρσης αυτής. Η επιστροφή των στοιχείων κυκλοφορίας στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) από τον ιδιοκτήτη ή κάτοχο του οχήματος, θα πραγματοποιείται την τελευταία εργάσιμη ημέρα της περιόδου κυκλοφορίας του οχήματος, για την οποία έχουν καταβληθεί τα τέλη κυκλοφορίας. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης επιστροφής ή μη επιστροφής των στοιχείων κυκλοφορίας, επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο των ετησίων τελών κυκλοφορίας.